Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

Πολιτική ανυπακοή και Henry David Thoreau


Μια και σήμερα επεκτείνεται το κίνημα του "Δεν πληρώνω" στα μέσα Μαζικής Μεταφοράς, λόγω της υπέρογκης αύξησης του εισιτηρίου, παραθέτω ένα μικρό αφιέρωμα στον Henry David Thoreau και στο δοκίμιό του "Πολιτική Ανυπακοή". Το κείμενο είναι από το TVXS και έχει ημερομηνία 26-1-2010.
" Σαν σήμερα, στις 26 Ιανουαρίου 1848, ο Αμερικανός συγγραφέας Henry David Thoreau παρέδωσε στον εκδότη του τα χειρόγραφα του δοκιμίου του «Πολιτική Ανυπακοή» το οποίο εκδόθηκε τον επόμενο χρόνο και έμελλε να επηρεάσει βαθύτατα τη φιλοσοφία και θεωρία της μη βίαιης αντίστασης καθώς και την πολιτική σκέψη φυσιογνωμιών όπως ο Martin Luther King και ο Mahatma Gandhi.
Ο Henry David Thoreau θεμελίωσε τη μη βίαιη αντίσταση μέσα από το δοκίμιο που τιτλοφορείται «Περί Πολιτικής Ανυπακοής», το οποίο αρχικά είχε τον τίτλο «Αντίσταση στην Αστική Κυβέρνηση». Το θεμελιώδες σκεπτικό του Thoreau αφορά την αυτονομία του πολίτη και την αντίστασή του κατά των μη ηθικών επιλογών της κυβέρνησης. Βασική σκέψη του Thoreau ήταν ότι ο πολίτης που υπακούει στις επιταγές της κυβέρνησης με μέσα όπως η καταβολή των φόρων, στην ουσία υποστηρίζει τις ανήθικες επιλογές της.
Ο Thoreau εξηγεί ότι οι κυβερνήσεις τις περισσότερες φορές κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό και γι’ αυτό δε μπορούν να έχουν ηθική νομιμοποίηση αποκλειστικά και μόνο εκ του γεγονότος ότι χαίρουν της υποστήριξης της πλειοψηφίας. Το γεγονός ότι η πλειοψηφία επιθυμεί κάτι δε σημαίνει ότι το εν λόγω μέτρο είναι ορθό και δίκαιο. Κατά συνέπεια, δεν χρειάζεται να «καλλιεργείται ο σεβασμός του νόμου, αλλά ο σεβασμός του σωστού και του δικαίου», σημειώνει ο Thoreau. Και προσθέτει ότι δεν υπηρετεί κανείς τη χώρα του με το να καταπιέζει την ηθική του συνείδηση και να υπακούσει στους ανήθικους νόμους. Αντιθέτως, η χώρα χρειάζεται συνειδήσεις και όχι ασυνείδητα ρομπότ.
Ο Thoreau διακηρύττει ότι είναι αληθινή ντροπή να συνδέεται ένας πολίτης με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, καθώς αυτή υποστηρίζει το απάνθρωπο καθεστώς της δουλείας, καθώς και τον ανήθικο Μεξικανο-Αμερικανικό Πόλεμο. Κατά συνέπεια, καλεί τους πολίτες να μην περιμένουν απαθείς να τους δοθεί η ευκαιρία να ψηφίσουν για μια δίκαιη κυβέρνηση, διότι το «να ψηφίζεις για τη δικαιοσύνη, είναι το ίδιο αναποτελεσματικό με το να εύχεσαι για δικαιοσύνη». Αυτό που πρέπει να κάνει ο πολίτης σύμφωνα με το Thoreau είναι να εξασκεί τη δικαιοσύνη, με το να μη συνεργάζεται με την αδικία.
Ο Thoreau τονίζει ότι η καταβολή των φόρων – από ανθρώπους που κατά τ΄άλλα επιθυμούν να είναι δίκαιοι – αποτελεί ένα βασικό μέσο στήριξης μιας ανήθικης και άδικης πρακτικής. «Οι πολίτες που λένε ότι ο πόλεμος στο Μεξικό είναι ανήθικος και η δουλεία είναι άδικη στην ουσία έρχονται σε αντίφαση με τον εαυτό τους όταν πληρώνουν τους φόρους που προορίζονται για τη χρηματοδότηση ακριβώς αυτών των πρακτικών». Μάλιστα, ο ίδιος ο Thoreau εφάρμοσε εμπράκτως τις ιδέες που διακήρυττε, αρνούμενος να πληρώσει φόρους στο αμερικανικό κράτος, ως πράξη διαμαρτυρίας, με αποτέλεσμα να καταλήξει στη φυλακή. Εν τέλει αποφυλακίσθηκε την επόμενη ημέρα, χάρη στην παρέμβαση ενός ανώνυμου δότη, ο οποίος κατέβαλε το φόρο για λογαριασμό του Thoreau. Ωστόσο, ο ίδιος ο Thoreau σχολίασε ότι η εμπειρία του στη φυλακή ήταν ιδιαίτερα εποικοδομητική γι’ αυτόν και του προσέφερε νέες προοπτικές στην εξέταση του δημόσιου βίου.

Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011

Η Νομική (σχολή) ενώπιον του νόμου και της Δικαιοσύνης


Άρθρο του Κώστα Δουζίνα, καθ. Παν/μίου Λονδίνου:


Ποιος είναι ο ρόλος της νομικής παιδείας, τι σημαίνει το να μαθαίνει κανείς το νόμο; Το πρώτιστο καθήκον των δασκάλων του νόμου είναι να κατανοούν και να διδάσκουν τη γλώσσα της δικαιοσύνης, την αναπνοή, το πνεύμα και την αμεροληψία που θα έπρεπε να κινεί το σώμα του νόμου. Νόμος χωρίς δικαιοσύνη είναι κενό γράμμα, σώμα δίχως ψυχή - υπολείμματα απλώς και ερείπια μιας έντιμης παράδοσης. Ένας δικηγόρος που θέλει να είναι άξιος του ονόματός της, νέμει και κατανέμει. Θέτει τις απαιτήσεις της απούσας δικαιοσύνης και της ιδανικής ισότητας ενώπιον της, πάνω από τα αιτήματα της εξουσίας και των καταχρήσεων του πλούτου. Η δικαιοσύνη εκλείπει όχι μόνο όταν δεν πληρούνται τα κριτήρια, που ο ίδιος ο νόμος έχει θέσει στον εαυτό του, αλλά πολύ περισσότερο όταν το σύνολο της Νομικής (και η διδασκαλία της) δεν λογοδοτεί, η ίδια, στο βωμό της δικαιοσύνης. Δεν θα έπρεπε να χρειάζεται να το θυμίσω αυτό στα παιδιά της Αντιγόνης. Η Θέμιδα, που κοσμεί τα δικαστήρια μας, έχει δεμένα τα μάτια της ακριβώς για να μην δει τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του προσώπου, που έρχεται ενώπιον του νόμου (τοποθετώντας την αφηρημένη λογική του θεσμού πάνω από τη ζεστή λάμψη της δικαιοσύνης). Η Νομική σχολή από την άλλη πλευρά έχει στο σφυγμό της ένα ανάχωμα ορθάνοιχτο, που κοιτάζει τον άλλο στο πρόσωπο και υπόσχεται άπειρη δικαιοσύνη. Εκείνοι που το ξεχνούν αυτό, όταν διδάσκουν ή ασκούν τη δικηγορία, μετατρέπονται σε λογιστές της εξουσίας και υποχείρια της. Από λειτουργούς του κράτους Δικαίου μετατρέπονται σε υπηρέτες του κράτους. Η απόσταση μεταξύ Κράτους και Κράτους Δικαίου είναι πάντοτε μικρή, αλλά όταν η δικαιοσύνη εκπίπτει του νόμου, τότε τα δύο καθίστανται ταυτόσημα - ο νόμος σαν γλώσσα μιας τρελής από δύναμη κυριαρχίας.

Τί είναι, όμως, δικαιοσύνη; Βλέπουμε ότι μας περιβάλει η αδικία, αλλά συχνά δεν γνωρίζουμε που βρίσκεται η δικαιοσύνη. Η πιο οδυνηρή μαρτυρία της εποχής μας, γι΄αυτό, είναι η ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι η δικαιοσύνη έχει εκλείψει. Ότι δικαιοσύνη δεν υπάρχει στα γκέτο της Αθήνας, δεν υπάρχει για τους ανέργους. Ότι ματαιώνεται με την λήψη των μέτρων του ΔΝΤ, τις περικοπές μισθών για τους χαμηλόμισθους και τους συνταξιούχους, ή με την αντιμετώπιση των προσφύγων στα στρατόπεδα του Έβρου και το τείχος, που ετοιμάζεται για να κρατήσει τους φτωχούς εκτός και τους Έλληνες εντός.

Η βίαιη αποβολή της δικαιοσύνης αποδεικνύεται από την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σύμφωνα με την οποία η αποστολή προσφύγων στην Ελλάδα ισοδυναμεί με βασανιστήρια, απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση. Αιτία γι΄αυτήν την απόφαση είναι η απάνθρωπη διαβίωση και οι συνθήκες κράτησης, καθώς και το γεγονός ότι η Ελλάδα, ουσιαστικά ποτέ δεν δίνει άσυλο στους αιτούντες πρόσφυγες.

Από το γεγονός ότι το Βέλγιο καταδικάστηκε, επειδή θεώρησε την Ελλάδα ως ένα ανθρωπιστικό κράτος, στο οποίο μπορεί να αποστείλει πίσω έναν Αφγανό πρόσφυγα και τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά κράτη, που στο εξής θα ασχοληθούν με την ελληνική κυβέρνηση, όπως της αξίζει: σαν τον παραβάτη της στοιχειώδους αξιοπρέπειας των εξαθλιωμένων αυτής της γης. Δεν υπάρχει ασυλία στην Ελλάδα - οι πρόσφυγες και οι μετανάστες συλούνται. Το Πανεπιστημιακό άσυλο προσφέρει μια ελάχιστη αποζημίωση για αυτή την πολύ μεγαλύτερη σύληση.

Η δικαιοσύνη θα ναυαγήσει την στιγμή που ο Νόμος και οι πανεπιστημιακοί καθηγητές θα επιχειρήσουν να ʽεκκενώσουνʼ την σχολή της Νομικής από τους απεργούς πείνας που την κατέλαβαν, ώστε να έχουν ένα μέρος να κοιμούνται. Πετώντας έξω τους απεργούς, αυτό που θα πετάξουν έξω από την Σχολή του Νόμου είναι η δικαιοσύνη. Γιατί, τι είναι ακριβώς αυτό που ζητάνε αυτοί οι άνθρωποι μέσα στην σχολή της Νομικής? Να μας κάνουν να προσέξουμε επιτέλους την αδύναμη και ασήμαντη ύπαρξη που έχουν στα δικά μας μάτια. Διεκδικούν τις απαραίτητες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης. Την ελάχιστη δυνατή αναγνώριση ότι ζουν εδώ, εργάζονται εδώ, ωστόσο τους μεταχειρίζονται χειρότερα απ΄ ότι σε καταδικασμένους σε ισόβια. Αυτό που λένε είναι, απλά, ʽείμαστε εμείς που δεν μας βλέπετε, δεν μας λαμβάνετε υπόψη, δεν μας δίνετε ταυτότητα, εμείς που είμαστε δίπλα σας και ανήκουμε σε αυτό που είστε και σ αυτό που γίνεστεʼ. Είναι οι άνθρωποι που τιμωρούνται, όχι γι αυτό που έχουν κάνει (εγκληματικότητα ή παρανομία), αλλά γι αυτό που είναι. Οχι γιατί κουβαλούν ένα κακό, αλλά για την εξαθλιωμένη τους αθωότητα. Οι δικοί μας ʽsans papiersʼ (χωρίς χαρτιά), είναι οι homines sacri, άτομα που επειδή δεν έχουν νομική υπόσταση, δεν λογαριάζονται ως άτομα και γι αυτό υφίστανται τις χειρότερες βαναυσότητες από κράτη ή άλλους ανθρώπους, εργοδότες, ιδιοκτήτες ή μειοψηφίες, που κραυγάζουν δίπλα τους στον δρόμο.

Θα ακούσουμε και πάλι τα προφανή, πως η Ελλάδα είναι μια χώρα που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Επειδή διδάσκουμε το Σύνταγμα και τις σχετικές διατάξεις στις σχολές της Νομικής και διαθέτουμε πλήθος οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, κοινότητες, διανοούμενους, υπουργεία, συνηγόρους και θεσμούς που τα προάγουν. Αλίμονο. Δεν σταματάνε να μας επαναλαμβάνουν πως τα ανθρώπινα δικαιώματα ανήκουν σε όλους μας, επειδή ακριβώς είμαστε μέρος της ανθρωπότητας, κι όχι επειδή συνδεόμαστε με κάτι πιο συγκεκριμένο, όπως ένα έθνος, ένα κράτος ή μία ομάδα. Κι αυτό ακούγεται πραγματικά παρηγορητικό. Όταν, ωστόσο, γυρίσουμε το βλέμμα στους μετανάστες της νομικής σχολής, οι παραπάνω διακηρύξεις φαντάζουν αντιφατικές και ψευδείς αξίες της ιδεολογίας μας. Καταγγέλλοντας τις χείριστες παραβιάσεις σήμερα στην Ελλάδα, διεκδικώντας το δικαίωμα να γίνουν ορατοί και αντιληπτοί - έστω και ελάχιστα, έστω και με το τίμημα της ζωής τους - αυτοί οι άνθρωποι, προσφέρουν την πιο σημαντική υπηρεσία που θα μπορούσαν, στον Νόμο και την Νομική Σχολή. Φέρνουν αντιμέτωπους τους καθηγητές και τους φοιτητές με όσα θα πρεπε να διδάσκουν και να διδάσκονται, αλλά τις περισσότερες φορές αγνοούν. Η θυσία τους (sacrificium) σημαίνει ιεροποίηση (sacer facere) και θα ΄ναι πράγματι μια πράξη ιερή - σύνδεση του εγκόσμιου με το άγιο, ένα γεφύρωμα του νόμου και της διδασκαλίας του, με την άπειρη δικαιοσύνη και την ατελεύτητη φιλοξενία, για τις οποίες δεν μπορούμε ποτέ να πούμε, ότι είναι εδω, ότι τις κατέκτησε τώρα ο κόσμος, κι εμείς μέσα σε αυτόν και ότι, άρα, ο κόσμος είναι ʽκαλόςʼ.

Αν πετάξουμε έξω αυτούς τους ανθρώπους από την σχολή όπου διδάσκεται ο Νόμος, ένας νόμος που για ελάχιστες ώρες και μέρες κατακλύστηκε με την ιδέα της δικαιοσύνης, ή, καλύτερα, με την διαμαρτυρία ενάντια στην απόλυτη αδικία, τότε πραγματικά δεν θα μας αξίζει να γυρίσουμε ξανά στον ίδιο χώρο για να διδάξουμε το Νόμο, ή να υποκρινόμαστε ότι ο νόμος που διδάσκουμε έχει οποιαδήποτε σχέση με την δικαιοσύνη.


Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Πληθαίνουν οι κινήσεις λαϊκής ανυπακοής



Του Γιώργου Κατερίνη, από την εφημερίδα: Ο ΔΡΟΜΟΣ

Ελπιδοφόρα μηνύματα από τη δράση επιτροπών και κινήσεων σε όλη τη χώρα.
Δυναμώνουν οι λαϊκές αντιδράσεις, ο συντονισμός, οι πρωτοβουλίες απέναντι στις αυξήσεις σε όλα τα επίπεδα (τιμολόγια, εισιτήρια, διόδια, ΦΠΑ, πετρέλαιο, είδη πρώτης ανάγκης, τρόφιμα, ασφάλιστρα, δίδακτρα κ.λπ.) που επιβάλει η κυβέρνηση για να εφαρμόσει τα μέτρα που υπαγορεύουν το Μνημόνιο και οι «φίλοι» του, δηλαδή οι τράπεζες, οι μεγαλοεργολάβοι, οι βιομήχανοι, οι μεγαλέμποροι, οι εφοπλιστές.
Δυναμώνουν γιατί η ασφυκτική συρρίκνωση των εισοδημάτων μαζί με τις αυξήσεις που αναφέραμε δημιουργούν ένα δυσβάστακτο παρόν και ακυρώνουν κάθε μέλλον για όλα τα λαϊκά νοικοκυριά. Αν κοντά σε αυτά προσθέσουμε την κατακόρυφη εκτίναξη της ανεργίας, τα λουκέτα, τις απολύσεις, καταλαβαίνουμε πως η συμπεριφορά των πολιτών δεν μπορεί να είναι ο καναπές και η παράλυση.
Σε ολόκληρη τη χώρα τα τελευταία δύο χρόνια έχουν ξεπεταχτεί επιτροπές πολιτών που αρνούνται να πληρώσουν, για παράδειγμα, τα διόδια, που καταγγέλλουν και πετυχαίνουν να μην ανέβουν τα τιμολόγια, όπως έγινε με το φυσικό αέριο στη Θεσσαλονίκη, και τούτες τις μέρες πληθαίνουν οι κινήσεις για να υπάρξει συντονισμένη δράση στον τομέα των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, κόντρα στις προκλητικά παράλογες αυξήσεις που επιβάλλονται από 1η Φεβρουαρίου και συνολικά στο σχέδιο ιδιωτικοποίησης των δημόσιων μεταφορών.
Πολλοί κάνουν λόγο για «κίνημα του Δεν Πληρώνω», άλλοι για «κίνημα ανυπακοής». Πρόκειται για μια μαζική αντίδραση, για μια αντίδραση που βρίσκει απήχηση, για μια στάση που δείχνει προχωρήματα στη συνείδηση και στην πράξη.
Θεωρητικά η ανυπακοή είναι η άρνηση ενός ή περισσότερων ατόμων απέναντι στην τήρηση ορισμένων νόμων, απαιτήσεων και εντολών της κυβέρνησης ή μιας δύναμης κατοχής. Πρόκειται για έναν από τους πολλούς τρόπους που οι πολίτες μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να διαμαρτυρηθούν, για να αγωνιστούν κατά αθέμιτων αντιλαϊκών νόμων.

Τα χαρακτηριστικά της ανυπακοής
Η ανυπακοή:
α) είναι μια υπεύθυνη προσωπική πράξη και όποιος παίρνει μέρος σε αυτήν γνωρίζει ότι αυτό μπορεί να έχει κυρώσεις στη συνέχεια (άρα τα περί «κινήματος του τζάμπα» είναι συκοφαντικά και θέλουν να χλευάσουν το κίνημα).
β) είναι μια ανιδιοτελής πράξη. Η ανυπακοή σε μια αύξηση γίνεται για το δημόσιο συμφέρον και όχι για προσωπικό κέρδος. Αντίθετα, όσοι επιβάλλουν αυτούς τους νόμους και συμβάσεις στην ουσία λειτουργούν υπέρ συγκεκριμένων συμφερόντων και σε βάρος της κοινωνίας. (Άρα όσοι μιλούν για «κίνημα του τζάμπα» ξέρουν ότι έτσι προστατεύουν μεγαλοεργολάβους, εφοπλιστές, πολυεθνικές και άλλα συμφέροντα).
γ) είναι μια πράξη συλλογικής αντίστασης, γιατί γνωρίζουμε ότι αυτή η στάση γίνεται για την προώθηση ενός ευρύτερου στόχου: να παρθούν πίσω όλα τα μέτρα και οι νόμοι που επιβλήθηκαν με το Μνημόνιο.
δ) είναι μια διαφανής πράξη, παίρνει αξία από την ίδια την εικόνα της και από πολίτες που ξέρουν τι κάνουν και προπαγανδίζουν ανοικτά τους στόχους και τις απαιτήσεις τους.
ε) είναι μια πράξη στην οποία καταφεύγουμε όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες προηγούμενες λογικά ενέργειες: διάλογος, υποβολή αρμοδίως των αιτημάτων και επιχειρημάτων κ.λπ.

Αποτελεσματικός συντονισμός
Οι επιτροπές που ξεπετάγονται, η ανταπόκριση του κόσμου στις πρωτοβουλίες τους, ο συντονισμός τους (που είναι πανελλαδικός) και η επιτυχία που έχουν μέχρι τώρα με τη δράση τους, δείχνουν ένα νέο επίπεδο συνείδησης και δράσης των πολιτών που έχει ανησυχήσει σφόδρα το πολιτικό επιτελείο, αλλά και τα επιτελεία διαφόρων κοινοπραξιών, εταιριών, οργανισμών που «θίγονται» από τη δράση των επιτροπών.
Την 1η Φεβρουαρίου θα έχουμε μια πρώτη μεγάλη, πανελλαδική και σε ένα βαθμό συντονισμένη αντίδραση και ιδιότυπη «απεργία» των πολιτών που θα αρνηθούν να πληρώνουν εισιτήριο μέχρι να παρθούν πίσω οι αυξήσεις που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση.
Αυτές οι κινητοποιήσεις των επιτροπών (διόδια, φυσικό αέριο, εισιτήρια κ.λπ.) θα διευρύνουν τον ορίζοντα με την έννοια ότι θα προστεθούν κι άλλοι τομείς της κοινωνικής ζωής στους οποίους είναι αναγκαία η ανυπακοή και η έκφραση της λαϊκής αλληλεγγύης.

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Να αποκρούσουμε την τρομοκρατία της χρεωκοπίας



Άρθρο της Σοφίας Σακοράφα στην εφημερίδα ΠΡΙΝ:

Ο δημόσιος έλεγχος του χρέους, καταλύτης για την ανάπτυξη κοινωνικού κινήματος

Η φιλοξενία που μου προσφέρει σήμερα το «Πριν» είναι καταρχήν σημαντική και παράλληλα στο μυαλό μου έχει μία πολυεπίπεδη σημασία. Πυρήνας αυτής της σκέψης μου είναι το γεγονός ότι μπορεί να έχουμε μια διαφορετική αντίληψη ή κοσμοθεωρία για το πώς θα ανατραπεί αυτό το σύστημα, αλλά ταυτόχρονα καταλήγουμε σε μια κοινή διαπίστωση, αυτή που έκανε και ο Θ. Αγγελόπουλος, ότι τελικά αυτός ο κόσμος είναι πολύ κακός για να είναι οριστικός. Με την έννοια αυτή το σημερινό βήμα, είναι βήμα μιας κοινής διαπίστωσης, αλλά και η απαρχή μιας ζύμωσης τόσο σε ιδεολογικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο.

Με απλά λόγια όπως ο κόσμος το αντιλαμβάνεται, σήμερα ξεκινάμε από αυτά που μας ενώνουν, αλλά και συζητάμε για αυτά –όχι που μας χωρίζουν – αλλά μας προβληματίζουν, μας φορτίζουν, μας κινητοποιούν, μας ερεθίζουν στη βάση της θέσης, της αντίθεσης, αλλά και της σύνθεσης.

Το δεύτερο που θα ήθελα ευθύς εξαρχής να εξομολογηθώ είναι ότι είμαι τακτική αναγνώστρια της εφημερίδας, γνωρίζω πολύ καλά τη συγκρότηση των αναγνωστών, με την έννοια αυτή θα προσπαθήσω να προχωρήσω ένα βήμα παραπέρα από την τοποθέτησή μου γύρω από το εάν το μνημόνιο ήταν μονόδρομος.

Σαφώς το μνημόνιο δεν ήταν μονόδρομος. Και με απόλυτη βεβαιότητα τονίζω ότι αυτά που ζούμε σήμερα δεν είναι απλώς οι συνέπειες μιας κυβερνητικής επιλογής, αλλά το ζητούμενο μιας πολιτικής, ενός στρατηγικού σχεδιασμού.Επίσης τονίζω ότι αυτή η πολιτική σμιλεύτηκε περίτεχνα μέσα από ισχυρούς μηχανισμούς προπαγάνδας. Η «χρεοκοπία» της χώρας (ως άλλη σύγχρονη αρκούδα), «οι κοπρίτες» του Πάγκαλου είναι η δημόσια έκφραση ενός συμπαγούς ιδεολογικού μηχανισμού. Ενός μηχανισμού που βασίζεται στο φόβο και τη συνενοχή.

Είναι λύτρωση για όλο το πολιτικό κατεστημένο το εμφυλιοπολεμικό κλίμα που παράγει ο κοινωνικός αυτοματισμός, που αναπτύσσεται στη βάση της πυραμίδας, ενώ αφήνει τη νοσηρή και ένοχη κορυφή ανέγγιχτη.

Είναι καθαρτήριο που ξεπλένει τις αμαρτίες ενός ολόκληρου συστήματος, γιατί δε δίνει απλώς άφεση, αλλά τις εναποθέτει στις πλάτες του «τεμπέλη» δάσκαλου, του «υψηλόμισθου» οδηγού της ΕΘΕΛ, του «αγράμματου» αγρότη, του «διεφθαρμένου» λαού. Το δόγμα της συνενοχής από τη μία, αλλά και το δόγμα του «σοκ και δέος» από την άλλη. Δηλαδή μια ληστρική και εφ’ όλης της ύλης επίθεση χωρίς ανάσα, σε συνθήκες απόλυτου φόβου και μεταφυσικής ενοχής.

Δανείζομαι από τον Ζίζεκ την τοποθέτηση περί ιδιωτικοποίησης της διάνοιας. Η πατρίδα Μας, το σπίτι Μας, ο μισθός Μας, οι καταθέσεις Μας, όλο αυτό το καπιταλιστικό οικοδόμημα της ζωής Μας, που ενώ το γκρεμίζουν, μας έχουν πείσει ότι πρόκειται περί κατάρρευσης. Μια κατάρρευση για την οποία εμείς φταίμε, οι γονείς μας και τα παιδιά μας. Ένα προπατορικό αμάρτημα.

Για τη δομική κρίση του συστήματος δεν ευθύνεται το σύστημα, αλλά εμείς. Εμείς εξαντλήσαμε αλόγιστα τα κοινωνικά αποθέματα, εμείς αποσταθεροποιήσαμε την ομαλότητα και με δικές μας ενέργειες φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Όπου ενέργειες βλέπε κοινωνικά κεκτημένα και δικαιώματα, βλέπε Μάη του ’36, βλέπε ιστορικές στιγμές και κατακτήσεις του κινήματος.

Ο καπιταλισμός στο ιστορικό του αδιέξοδο στοχοποιεί το συνήθη ύποπτο, που δεν συχνάζει πια στην πλατεία Εξαρχείων, αλλά είναι αυτός ο μακρινός «αδαής» πρόγονος του 1821 που έκανε την Επανάσταση, για να βολευτεί με ρουσφέτια.

Άρα χέρι χέρι με το φόβο και τη συνενοχή, έρχεται και η αποκαθήλωση της ιστορίας των αντιστάσεων.

Λαός φοβισμένος, λαός ένοχος, λαός με βεβηλωμένη ιστορία.

Εάν προσθέσει κανείς αυτό το μίγμα, σε αυτό που ήδη το σύστημα έχει επιτύχει, την αλλοτρίωση με τη μαρξιστική έννοια στην παραγωγή, τη μετατροπή της παιδείας σε αγοραίo εργαλείο, την ιδιωτικοποίηση του έρωτα και της φιλίας, μέσω των κωδικοποιημένων προδιαγραφών του Facebook, τότε έχουμε μια τέλεια εξίσωση.

Η Διατήρηση του συστήματος συνεπάγεται με λαό - στρατό. Το παλιό δόγμα «Στρατηγέ μου ιδού ο στρατός σας». Εξόχως έξυπνο. Και προς το παρόν δείχνει να λειτουργεί.

Αφήνω το χώρο του «αυτοί» και περνώ στο χώρο του εμείς.

Του «εμείς» που προς το παρόν σε αυτή την εξίσωση, είμαστε ο άγνωστος Χ.

Επειδή, όπως πολύ ορθά διάβασα στο «Πριν», είμαστε σε εποχές όπου καταργούνται οι αθώοι, όπου η άγνοια δεν είναι εξήγηση και η αδράνεια δεν είναι δικαιολογία, μάλλον πρέπει ο άγνωστος Χ να συστηθεί καταρχήν με τον εαυτό αλλά και με την κοινωνία.

Σε ό,τι αφορά λοιπόν εμάς τους ίδιους. Είναι πλούτος, κατά την άποψή μου, μέσα από αυτό το βήμα να ξαναδιαβάσουμε όλοι αυτό που είπε ο Ζίζεκ στη διάλεξή του στο ΜΑΧ. Το παραθέτω αυτούσιο. «Λέγεται ότι στην Κίνα αν πραγματικά μισούν κάποιον η κατάρα που εκτοξεύουν είναι “είθε να ζήσεις σε ενδιαφέροντες καιρούς”. Στην ανθρώπινη ιστορία ενδιαφέροντες καιροί είναι εποχές αναταραχών, πολέμων, σύγκρουσης για την εξουσία, με βαριές συνέπειες για εκατομμύρια αθώους. Σήμερα είναι φανερό ότι πλησιάζουμε μια νέα εποχή για την οποία αρμόζει η περιγραφή ενδιαφέροντες καιροί…Τι σημαίνει αυτό για την Αριστερά της εποχής μας; Στην ψυχαναλυτική θεραπεία οφείλει κανείς να αποσαφηνίσει τι πραγματικά επιθυμεί. Θέλω πράγματι αυτό που νομίζω ότι θέλω;… Έτσι λοιπόν έρχεται σήμερα για τους αριστερούς η στιγμή της αλήθειας. Ο Όργουελ περιέγραψε θαυμάσια αυτή τη στάση όταν έγραφε ότι “κάθε επαναστατική γνώμη οφείλει μέρος της δύναμης της στην ανομολόγητη πεποίθηση ότι τίποτα δεν αλλάζει…” Κι αν εκδηλωθεί πραγματική επανάσταση αυτό πρέπει να συμβεί σε απόσταση ασφαλείας. Στην Κούβα, τη Νικαράγουα, τη Βενεζουέλα, έτσι ώστε ενώ η καρδιά μου θα ζεσταίνεται όσο σκέφτομαι μακρινά γεγονότα, εγώ θα μπορώ να συνεχίζω την κανονικότητά μου». Με πολύ απλά λόγια λοιπόν και με μια διασταλτική ερμηνεία των παραπάνω είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε τη βολή μας;

Όπου βολή, για μένα είναι η με πολλές αναταράξεις αλλά πάντως όχι επικίνδυνη ζωή μου, για τα κόμματα είναι ο μικρός και αδιασάλευτος χώρος εξουσίας που καταλαμβάνουν, για τις νεολαίες η χωροταξική επάρκεια στα πανεπιστήμια που εάν τύχει και διασαλευθεί τότε ο εχθρός δεν είναι το σύστημα, αλλά οι «εκοφίτες» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Είμαστε; Είναι τώρα η ώρα να το απαντήσει ο καθένας μας στον εαυτό του και μετά να συστηθούμε με ειλικρίνεια και με την κοινωνία.

Και σε αυτή τη σχέση να εξομολογηθούμε τη δική μας αμαρτία. Εμείς ορθώσαμε τείχη ολόκληρα με αδιανόητα «ΔΕΝ».

Δεν μπορείς να συμμετάσχεις σε πορεία που καλεί το ΝΑΡ γιατί αναγκαστικά θα καταλήξεις μηχανισμός του συστήματος.

Δεν μπορείς να διαδηλώσεις έξω από την Ισραηλινή πρεσβεία με το ΣΥΡΙΖΑ γιατί αναγκαστικά θα γίνεις ρεφορμιστής.

Δεν μπορείς να συνομιλείς με τον ΠΑΣΟΚΟ τον εργάτη γιατί η αλήθεια είναι μία και αυτός δεν έχει μεράδι καμίας αλήθειας.

Δεν μπορείς να κλείσεις τα διόδια γιατί το πρωτοσκέφτηκε η ΚΟΕ.

Δεν μπορείς να ανέβεις στο καράβι για τη Γάζα, γιατί η πυξίδα του είναι πολύχρωμη.

Δεν μπορείς να είσαι με τον Τρότσκι, γιατί ο Στάλιν…Δεν μπορείς να επικαλείσαι τη Λούξεμπουργκ γιατί ξέφυγε στον αναρχοσυνδικαλισμό.

Δεν μπορείς να κοιτάς τι γεννάει τα αντάρτικα πόλεων γιατί είναι πράκτορες.

Δεν μπορείς να μην είσαι χριστιανός γιατί η θρησκεία είναι μία.

Αυτά τα θρησκευτικού τύπου χαρακώματα εμείς οι ίδιοι τα ορθώσαμε, κι εγώ μαζί πολλές φορές. Χαρακώματα μεταξύ μας, χαρακώματα με την κοινωνία.

Απέναντι στον πιο έξυπνο και ώριμο καπιταλισμό, εμείς αφήσαμε ανυπεράσπιστη την κοινωνία και βάλαμε στο εδώλιο τον άλλο μας εαυτό.Έχουμε όλοι την ιστορική ευθύνη για «Μεγάλα λόγια που φωνάξαμε στους δρόμους, μικρές αλήθειες που αποσιωπήσαμε στον εαυτό μας – χιλιάδες ήττες μέσα μας…»

Χιλιάδες ήττες και έξω…

Και τώρα τι;

Συνεχίζει ο ποιητής: «Όλα όσα αρνηθήκαμε αυτό είναι το πεπρωμένο μας».

Ελάχιστοι απέναντι στη συγκυρία, απογυμνωμένοι απέναντι στην κοινωνία, ας ορίσουμε στην πιο κρίσιμη στιγμή το πεπρωμένο μας. Δεν είμαι σε θέση σήμερα να μιλήσω για το όλον, γιατί πραγματικά δεν το γνωρίζω, δηλώνω με απόλυτη τιμιότητα την ανεπάρκειά μου, αλλά ταυτόχρονα δηλώνω και με απόλυτη τιμιότητα ότι όποια σημαία κι αν σηκωθεί δεν πρέπει να βγει από το μπαούλο και να την ξανασιδερώσουμε.

Ψάχνουμε για αυτή τη νέα αρχή, τη μικρή αλλά την ελπιδοφόρα.

Την ανασφαλή αρχή, αλλά με τη γνώση ότι η αμφιβολία είναι καλύτερη από τη γκρεμισμένη βεβαιότητα.Τη δύσκολη αρχή, αλλά με τη γνώση ότι η ευκολία ανήκει στην άρνηση και όχι στην κατάφαση.

Μια αρχή υπήρξε η πρόταση για την Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου. Μια αρχή εντελώς τακτικού χαρακτήρα. Μια αρχή που ακουμπάει πάνω στους θεσμούς, πάνω σε αστικά αιτούμενα όπως η διαφάνεια και η πληροφορία.

Μια αρχή συστημική, που έχει όμως τη δύναμη να κατασπαράξει την «ιερή αγελάδα».

Μια αρχή από λίγους που έχει όμως τη δύναμη να γίνει ταυτόχρονα και κοινωνικό αιτούμενο.

Για να ξαναβρούμε την ανάσα μας εκεί όπου ανασαίνει η κοινωνία.

Για να απογυμνώσουμε με τη σειρά μας τα πολιτικά ιερατεία και τα οικονομικά διευθυντήρια, που για να γίνουν οι αιμοδότες πυλώνες του συστήματος αφαίμαξαν, βίασαν και καταχράστηκαν τους λαούς.

Μια αρχή, που ακουμπάει και ζεσταίνεται από μια άλλη Αρχή… «Η συνείδηση της εργατικής τάξης δεν μπορεί να γίνει αληθινά πολιτική συνείδηση, εάν οι εργάτες δεν μάθουν να απαντούν σε όλες χωρίς εξαίρεση τις περιπτώσεις αυθαιρεσίας και καταπίεσης, βίας και κατάχρησης» (Λένιν).