"Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους αυτούς,
ένας επέθαινε από αηδία ...
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία".
Η παραπάνω στροφή από το ποίημα «Πρέβεζα» του Κώστα Καρυωτάκη στριφογυρίζει στο μυαλό μου, καθώς παρακολουθώ τις δηλώσεις των ανασχηματισθέντων μελών της φερόμενης ως ελληνικής κυβέρνησης. Θλίβομαι καθώς βλέπω αυτά τα χαρούμενα πρόσωπα των νέων (αλλά και μετακινηθέντων σε άλλο πόστο) υπουργών. Πρόσωπα που είναι μάσκες, οι οποίες μάταια προσπαθούν να καλύψουν την υποκρισία, τη φιλαυτία, την αλαζονεία, την έλλειψη αιδούς, τη λατρεία της εξουσίας.
Θλίβομαι γιατί πρωτίστως οι σειρήνες της εξουσίας δεν επιτρέπουν στα άτομα πίσω απ’ τις μάσκες να δουν το μέλλον τους, την απέχθεια του λαού, το τέλος της πολιτικής τους σταδιοδρομίας, που είναι πολύ κοντά. Το βλέπουν όλοι εκτός απ’ τους ίδιους. Η ανάληψη μιας θέσης τυφλώνει τόσο που δεν επιτρέπει στους περισσότερους να αντιληφθούν την παγίδα που έχει στηθεί. Μπορεί κάποτε αυτοί οι άνθρωποι να είχαν ένα όραμα. Αυτό το κάποτε είναι πια χαμένο στο χρόνο, ξεχασμένο κι από τους ίδιους. Τώρα είναι η μέθη της εξουσίας, η ψευδαίσθηση της δύναμης, η αναπλήρωση του κενού της ύπαρξης. Αλλά είναι ενήλικες και οι υπεύθυνοι για τις αποφάσεις τους. Αν πήραν την απόφαση να υπηρετήσουν τον άκρατο καπιταλισμό και να στρέψουν την πλάτη στον ανθρωπισμό και την αλληλεγγύη έχουν ακέραια την ευθύνη για την απόφασή τους. Και για τις συνέπειές της.
Αυτός ο τόπος προδόθηκε για άλλη μια φορά από εκείνους που εμφανίστηκαν ως υπερασπιστές της κοινωνικής δικαιοσύνης. Πάνω τους στηρίξαμε τις ελπίδες μας. Για μια πραγματική αλλαγή. Μια δίκαιη διακυβέρνηση. Ένα κοινωνικό κράτος και μια κοινωνία που θα στηρίζεται στην αλληλεγγύη. Και αντί γι` αυτό βρεθήκαμε μπροστά σε μια ανελέητη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ούτε στους πιο άγριους εφιάλτες μας. Και αυτή η πολιτική εφαρμόζεται από το κόμμα που εμφανίστηκε ως υπερασπιστής των φτωχών και των αδυνάτων. Ο πρωθυπουργός εξακολουθεί να μιλάει τη γλώσσα του λαϊκισμού, αλλά σε λίγο δεν θα τον πιστεύει κανείς. Άλλωστε είσαι ό,τι κάνεις και όχι ό,τι λες. Και από τις πράξεις τους ο Γιώργος Παπανδρέου και η κυβέρνηση αποδεικνύονται σύμμαχοι των τραπεζιτών και των κερδοσκόπων. Πειθήνια όργανα των δανειστών, εφαρμόζουν μια βάρβαρη πολιτική και εκμεταλλεύονται το φόβο των ανθρώπων για να πετύχουν την συντριβή της αντίδρασής τους. Η πολιτική τους στρέφει τη μια κοινωνική τάξη κατά της άλλης και πετυχαίνει δυστυχώς το στόχο της σε μεγάλο βαθμό, γιατί αυτό το κακό μας βρήκε απροετοίμαστους και κλεισμένους στο καβούκι μας να ενδιαφερόμαστε πρωτίστως για τον εαυτό μας με τη στενή έννοια.
Υπάρχει φόβος. Σ’ αυτόν στηρίζεται πάντα μια μισητή εξουσία. Τον καλλιεργούν. Όλοι τον νιώθουν. Φόβος για το τι θα ξημερώσει, φόβος για το αν θα απολυθείς, αν θα βρεις δουλειά, αν θα μειωθεί κι άλλο ο μισθός σου, αν θα εξακολουθήσεις να τον εισπράττεις, αν θα πάρεις σύνταξη, αν θα μπορείς να ζήσεις αξιοπρεπώς. Φόβος μήπως χάσεις το σπίτι σου ή αν θα έχεις δυνατότητα να ταΐσεις τα παιδιά σου. Και δίπλα στην αβεβαιότητα σε όλα υπάρχει μια βεβαιότητα: τα χρέη που διογκώνονται. Χρέη σε επίπεδο προσωπικό και σε επίπεδο χώρας. Κίνδυνος να σου πάρουν το σπίτι, ακόμα και τη χώρα.
Έχουν στερήσει το χαμόγελο από τα πρόσωπα των εξωστρεφών ελλήνων. Οι υπουργοί και οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος στράφηκαν συντεταγμένα και υπάκουα κατά του ελληνικού λαού, κατά των ανθρώπων στους οποίους οφείλουν την εξουσία για την οποία τόσο κορδώνονται. Δε θα βρίσκονταν εκεί, εάν δεν είχαν εξαπατήσει το λαό. Η ύβρις όμως δεν μένει ατιμώρητη. Οι Έλληνες το ξέρουν αυτό καλά.
Ας το πάρουμε, λοιπόν, απόφαση. Όσο φοβόμαστε θα μας ελέγχουν και θα περιορίζουν τα δικαιώματα μας και το ζωτικό μας χώρο. Εκεί που φτάσαμε δεν έχει νόημα να υποχωρήσουμε κι άλλο. Ας μην αφεθούμε να οδηγηθούμε στην εξαθλίωση για να αντιδράσουμε. Σε λίγο δε θα έχουμε τίποτα πια να χάσουμε. Ας αντιστρέψουμε την εικόνα. Ας γίνουμε εμείς οι επικίνδυνοι. Πρέπει να βρούμε τρόπο να ανακτήσουμε την κοινωνική συνοχή και την αλληλεγγύη. Είναι το κλειδί για την επιβίωση. Και σ’ αυτή την κατάσταση ανάγκης που βρεθήκαμε δεν έχουμε πολλά περιθώρια. Η κυβέρνηση επιτέθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του λαού. Ας της «επιτεθούμε» κι εμείς. Σ’ αυτήν και τα αφεντικά της.
Η παραπάνω στροφή από το ποίημα «Πρέβεζα» του Κώστα Καρυωτάκη στριφογυρίζει στο μυαλό μου, καθώς παρακολουθώ τις δηλώσεις των ανασχηματισθέντων μελών της φερόμενης ως ελληνικής κυβέρνησης. Θλίβομαι καθώς βλέπω αυτά τα χαρούμενα πρόσωπα των νέων (αλλά και μετακινηθέντων σε άλλο πόστο) υπουργών. Πρόσωπα που είναι μάσκες, οι οποίες μάταια προσπαθούν να καλύψουν την υποκρισία, τη φιλαυτία, την αλαζονεία, την έλλειψη αιδούς, τη λατρεία της εξουσίας.
Θλίβομαι γιατί πρωτίστως οι σειρήνες της εξουσίας δεν επιτρέπουν στα άτομα πίσω απ’ τις μάσκες να δουν το μέλλον τους, την απέχθεια του λαού, το τέλος της πολιτικής τους σταδιοδρομίας, που είναι πολύ κοντά. Το βλέπουν όλοι εκτός απ’ τους ίδιους. Η ανάληψη μιας θέσης τυφλώνει τόσο που δεν επιτρέπει στους περισσότερους να αντιληφθούν την παγίδα που έχει στηθεί. Μπορεί κάποτε αυτοί οι άνθρωποι να είχαν ένα όραμα. Αυτό το κάποτε είναι πια χαμένο στο χρόνο, ξεχασμένο κι από τους ίδιους. Τώρα είναι η μέθη της εξουσίας, η ψευδαίσθηση της δύναμης, η αναπλήρωση του κενού της ύπαρξης. Αλλά είναι ενήλικες και οι υπεύθυνοι για τις αποφάσεις τους. Αν πήραν την απόφαση να υπηρετήσουν τον άκρατο καπιταλισμό και να στρέψουν την πλάτη στον ανθρωπισμό και την αλληλεγγύη έχουν ακέραια την ευθύνη για την απόφασή τους. Και για τις συνέπειές της.
Αυτός ο τόπος προδόθηκε για άλλη μια φορά από εκείνους που εμφανίστηκαν ως υπερασπιστές της κοινωνικής δικαιοσύνης. Πάνω τους στηρίξαμε τις ελπίδες μας. Για μια πραγματική αλλαγή. Μια δίκαιη διακυβέρνηση. Ένα κοινωνικό κράτος και μια κοινωνία που θα στηρίζεται στην αλληλεγγύη. Και αντί γι` αυτό βρεθήκαμε μπροστά σε μια ανελέητη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ούτε στους πιο άγριους εφιάλτες μας. Και αυτή η πολιτική εφαρμόζεται από το κόμμα που εμφανίστηκε ως υπερασπιστής των φτωχών και των αδυνάτων. Ο πρωθυπουργός εξακολουθεί να μιλάει τη γλώσσα του λαϊκισμού, αλλά σε λίγο δεν θα τον πιστεύει κανείς. Άλλωστε είσαι ό,τι κάνεις και όχι ό,τι λες. Και από τις πράξεις τους ο Γιώργος Παπανδρέου και η κυβέρνηση αποδεικνύονται σύμμαχοι των τραπεζιτών και των κερδοσκόπων. Πειθήνια όργανα των δανειστών, εφαρμόζουν μια βάρβαρη πολιτική και εκμεταλλεύονται το φόβο των ανθρώπων για να πετύχουν την συντριβή της αντίδρασής τους. Η πολιτική τους στρέφει τη μια κοινωνική τάξη κατά της άλλης και πετυχαίνει δυστυχώς το στόχο της σε μεγάλο βαθμό, γιατί αυτό το κακό μας βρήκε απροετοίμαστους και κλεισμένους στο καβούκι μας να ενδιαφερόμαστε πρωτίστως για τον εαυτό μας με τη στενή έννοια.
Υπάρχει φόβος. Σ’ αυτόν στηρίζεται πάντα μια μισητή εξουσία. Τον καλλιεργούν. Όλοι τον νιώθουν. Φόβος για το τι θα ξημερώσει, φόβος για το αν θα απολυθείς, αν θα βρεις δουλειά, αν θα μειωθεί κι άλλο ο μισθός σου, αν θα εξακολουθήσεις να τον εισπράττεις, αν θα πάρεις σύνταξη, αν θα μπορείς να ζήσεις αξιοπρεπώς. Φόβος μήπως χάσεις το σπίτι σου ή αν θα έχεις δυνατότητα να ταΐσεις τα παιδιά σου. Και δίπλα στην αβεβαιότητα σε όλα υπάρχει μια βεβαιότητα: τα χρέη που διογκώνονται. Χρέη σε επίπεδο προσωπικό και σε επίπεδο χώρας. Κίνδυνος να σου πάρουν το σπίτι, ακόμα και τη χώρα.
Έχουν στερήσει το χαμόγελο από τα πρόσωπα των εξωστρεφών ελλήνων. Οι υπουργοί και οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος στράφηκαν συντεταγμένα και υπάκουα κατά του ελληνικού λαού, κατά των ανθρώπων στους οποίους οφείλουν την εξουσία για την οποία τόσο κορδώνονται. Δε θα βρίσκονταν εκεί, εάν δεν είχαν εξαπατήσει το λαό. Η ύβρις όμως δεν μένει ατιμώρητη. Οι Έλληνες το ξέρουν αυτό καλά.
Ας το πάρουμε, λοιπόν, απόφαση. Όσο φοβόμαστε θα μας ελέγχουν και θα περιορίζουν τα δικαιώματα μας και το ζωτικό μας χώρο. Εκεί που φτάσαμε δεν έχει νόημα να υποχωρήσουμε κι άλλο. Ας μην αφεθούμε να οδηγηθούμε στην εξαθλίωση για να αντιδράσουμε. Σε λίγο δε θα έχουμε τίποτα πια να χάσουμε. Ας αντιστρέψουμε την εικόνα. Ας γίνουμε εμείς οι επικίνδυνοι. Πρέπει να βρούμε τρόπο να ανακτήσουμε την κοινωνική συνοχή και την αλληλεγγύη. Είναι το κλειδί για την επιβίωση. Και σ’ αυτή την κατάσταση ανάγκης που βρεθήκαμε δεν έχουμε πολλά περιθώρια. Η κυβέρνηση επιτέθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του λαού. Ας της «επιτεθούμε» κι εμείς. Σ’ αυτήν και τα αφεντικά της.
(Το σκίτσο είναι από το ΠΟΝΤΙΚΙ)
...έτσι ακριβώς είναι: "ο τόπος προδόθηκε για άλλη μια φορά από εκείνους που εμφανίστηκαν ως υπερασπιστές της κοινωνικής δικαιοσύνης. Πάνω τους στηρίξαμε τις ελπίδες μας. Για μια πραγματική αλλαγή. Μια δίκαιη διακυβέρνηση. Ένα κοινωνικό κράτος και μια κοινωνία που θα στηρίζεται στην αλληλεγγύη..." αλλά δεν υπολογίσαμε στην λαίλαπα που λέγεται παγκοσμιοποίηση ή Ευρωπαϊκή Ένωση ή νεοφιλελευθερισμός ή όπως αλλιώς... και εδώ συνεχίζουμαι τον Αγώνα μας έστω και με σφενδόνες ως άλλος Δαυίδ...
ΑπάντησηΔιαγραφή